Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2007

Τα μεγάλα «ΟΧΙ»


28η Οκτωβρίου 2007: τιμούμε το «ΟΧΙ» του ’40. Υπάρχουν άραγε σήμερα λόγοι για να πούμε τα δικά μας «όχι»;

Κάθε μέρα έχει τα δικά της Ναι και Όχι. Συνήθως το Όχι θεωρείται αγένεια. Κι όμως συχνά η άρνηση είναι η μόνη θετική διέξοδος από τη φθορά.

Σε τι χρειάζεται σήμερα να πούμε «όχι»;

Πρώτα σ’ εκείνους που τα θεωρούν όλα αντιπαροχή. Που ζητάνε πάντοτε ανταλλάγματα για να σου δώσουν κάτι (ακόμα κι αν αυτό σου αξίζει).

Σ’ εκείνους που έχουν για όλα ως μονάδα μέτρησης το χρήμα. Που δε σε κοιτούν στα μάτια για να σε κρίνουν, αλλά μετράνε πόσα υλικά έχεις μαζέψει.

«Όχι» σε όσους επιχειρούν να μετατρέψουν την απόγνωση των ανθρώπων σε συμπάθεια προς τους ίδιους, περιγράφοντας λυπητερά τα κοινωνικά αδιέξοδα.

«Όχι» στις θεωρίες του «μέσου όρου». Που αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους σαν μονάδες, σαν ποσοστά. Και δεν κοιτούν πόσοι έχουν φτάσει στα άκρα.

Στο αφεντικό που σε υποχρεώνει να δουλεύεις υπερωρίες θεωρώντας το αυτονόητο. Και δε λέει καν ευχαριστώ (με λόγια ή με πράξεις).

Σαν πολλά «Όχι» μαζεύτηκαν, θα μου πείτε. Με τόσες αρνήσεις στο τέλος θα ζούμε μόνοι μας ψάχνοντας το ιδεατό. Σίγουρα χρειάζονται και ορισμένα «Ναι».

Δεν ξέρω ποιο είναι το όριο εκείνο που χωρίζει την αξιοπρέπεια από την ανέξοδη αντιδραστικότητα ενός «όχι». Ξέρω ότι υπάρχουν εύκολα «Ναι» που δεν τα πιστεύουμε, αλλά τα λέμε και δύσκολα «Όχι» που δεν τα λέμε γιατί κοστίζουν.

Μπροστά σε κάθε δίλημμα όμως που απαιτεί να αποδείξουμε τις αρχές μας,

«φανερώνεται αμέσως όποιος το ‘χει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα
πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησή του.

Ο αρνηθείς δεν μετανιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι – το σωστό – εις όλην την ζωή του.»

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2007

Νεόπτωχοι


Η περασμένη Τετάρτη ήταν, λέει, η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φτώχειας. Πολύ βαρύγδουπο ακούγεται. Τι είναι φτώχεια;

Σε πρόσφατη έρευνα φάνηκε ότι στη χώρα μας σήμερα βρίσκονται στο κατώφλι της ανέχειας 2.000.000 συμπολίτες μας. Ο πληθυσμός ενός μικρού κράτους δηλαδή!

Τα 933,7 ευρώ είναι το ψυχολογικό όριο, που χωρίζει τους φτωχούς από τους πλούσιους. Αν εξασφάλιζαν αυτό το ποσό, θα διέγραφαν τον εαυτό τους από τις «λίστες των φτωχών».

Ακόμα χειρότερη όμως κι απ’ τη φτώχεια είναι η απειλή της φτώχειας: Οι μισοί ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οι συνάνθρωποί τους βρέθηκαν σε κατάσταση φτώχειας από ένα τυχαίο γεγονός που μπορεί να συμβεί στον καθένα (π.χ. σοβαρό πρόβλημα υγείας ή εργασίας).

Γι’ αυτό το 60% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι προσωπικά φοβούνται κάποιες φορές μήπως βρεθούν κι οι ίδιοι σε κατάσταση φτώχειας.

Η ανασφάλεια αυτή γεννάει ένα νέο κράτος στην Ελλάδα: είναι οι μη προνομιούχοι συμπολίτες μας. Από τους άστεγους, μέχρι τη «γενιά των 700 Ευρώ».

Δυστυχώς, πολλοί πολιτικοί αντιμετωπίζουν σήμερα τη γενιά συτή σαν target group. Περιγράφουν λυπητερά την κατάσταση της νεολαίας, με μόνο στόχο να πάρουν την ψήφο της.

Όμως η γενιά των 700 Ευρώ δεν είναι target group, είναι άνθρωποι! Άνθρωποι που δεν τους αρκεί να ακούν από χείλι βολεμένων το πρόβλημα που ζούνε. Θέλουν λύσεις!

Οι νέοι σήμερα δεν είναι απλώς φτωχοί. Είναι ανασφαλείς! Ζώντας στο σπίτι των γονιών τους, τα φέρνουν βόλτα με τα 700 ευρώ. Αλλά δεν μπορούν να ζήσουν μόνοι τους, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν τα φτερά τους.

Και είναι ευάλωτοι σε εξαρτήσεις. Καθότι κάποιος πρέπει να τους βοηθήσει. Για να συνεχίσουν να είναι συμβασιούχοι... Για να συνεχίσουν να παίρνουν τα 700 ευρώ και αύριο... Έστω και χωρίς ασφάλιση!

Λύσεις υπάρχουν, αλλά θέλουν γερά πολιτικά κότσια. Και απαιτούν αλληλεγγύη.

Δεν χρειάζεται να καταστραφεί ο πλούτος μερικών. Απαιτείται απλώς να καταλάβουν οι έχοντες και κατέχοντες ότι πρέπει να στερηθούν την πλεονάζουσα πολυτέλεια για να μη στερούνται κάποιοι άλλοι τα αναγκαία.

Απαιτείται να πιστέψουν οι επιχειρήσεις κι οι τράπεζες ότι ο όρος «κοινωνική συνοχή» δεν είναι λογότυπο για εκλογές. Είναι εθνικός στόχος. Που θα φέρει και στους ίδιους θετικά αποτελέσματα. Γι’ αυτό πρέπει να δώσουν ευκαιρίες στους νέους να αναπτύξουν επιχειρηματικότητα.

Η κοινωνική ειρήνη κι η σύγκλιση των εισοδημάτων δεν αφορά εκείνους που δεν έχουν. Αφορά κυρίως εκείνους που τα έχουν όλα, αλλά αδηφάγα θέλουν κι άλλα. Γιατί όσες φορές η αναδιανομή δεν έγινε από τους πολιτικούς, έγινε από τους (αγανακτισμένους) πολίτες.

Το μεγάλο μας στοίχημα σήμερα δεν είναι η σύγκλιση «του μέσου όρου» με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μεγάλο στοίχημα είναι η ελαχιστοποίηση των ανισοτήτων μέσα στην ίδια μας τη χώρα.

Όσοι δεν το καταλαβαίνουν αυτό μπορεί να μην είναι (ακόμα) οικονομικά φτωχοί, είναι όμως μακάριοι. Ως «πτωχοί τω πνεύματι».

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Σλαβομακεδονία


Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Ελλάδα απέκτησε έναν νέο εθνικό στόχο: «η Μακεδονία είναι ελληνική»! Δεν το αμφισβήτησε ποτέ κανείς αυτό, αλλά εμείς έπρεπε να το πούμε. Διά παν ενδεχόμενο! Γιατί;

Γιατί ξαφνικά ένα κράτος στα βόρεια σύνορά μας ήθελε να έχει στο όνομά του τον όρο «Μακεδονία». Κι αυτό δε θα το επέτρεπε ποτέ η Ελλάς που έχει τόσο πατριώτες πολιτικούς! Γιατί εδώ μας αρέσει η βολή, αλλά μας αρέσει κι η υπερβολή!

Τώρα που είμαστε πιο ψύχραιμοι, ας δούμε πώς ξεκίνησε το θέμα. Πώς ήταν οι δυο χώρες το 1990. Τότε που άρχισαν όλα:

Η Ελλάδα έβγαινε από κυβερνήσεις συνεργασίας. Και όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες όπου οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι άθροισμα ποσοστών και τίποτ’ άλλο, χρειαζόμασταν λαϊκισμό. Όποιος πλειοδοτούσε σε λαϊκισμό ήταν μέγας πατριώτης! Έκλειναν τα σχολεία και μας έβαζαν να φοράμε ελληνικές σημαίες για να διαδηλώσουμε στην Ομόνοια. Νιώθαμε απειλή, όταν ο Γκλιγκόροφ θεωρούσε εαυτόν διάδοχο του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Η FYROM προφανώς ήταν σε ακόμα χειρότερη μοίρα. Έβγαινε από έναν εμφύλιο πόλεμο! Και άρα χρειαζόταν έναν εθνικό στόχο για να συσπειρώσει τον λαό της. Για να αποκτήσει εθνική ταυτότητα και να μη γίνει χίλια κομμάτια, προς όφελος των γειτονικών χωρών. Είχε χάσει τον πατέρα-προστάτη Τίτο. Και χρειαζόταν ρίζες.

Είναι φυσικά προφανές πως λύση δεν υπάρχει, όταν ο ένας λέει πως δε δέχεται όνομα με τον όρο Μακεδονία και ο άλλος λέει πως δε δέχεται όνομα χωρίς τον όρο Μακεδονία.

Περάσαμε έτσι μια 15ετία με διαβήματα και κόντρα διαβήματα. Εμπάργκο και απειλές. Βέτο και ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα με τη γειτονική χώρα. Η λέξη «Μακεδονία» έγινε μια λέξη-ταμπού. Νιώθαμε φόβο και απειλή, επειδή μας «έκλεβαν» την εθνική μας κληρονομιά...

Δε θα κάνουμε προφανώς αποτίμηση της στάσης των εν Ελλάδι πρωταγωνιστών. Όλοι και όλες θυμόμαστε. Ποιος κάγχαζε ότι το όνομα αυτό θα το ξεχάσουμε σε 10 χρόνια. Ποιος το έπαιζε ανοιξιάτικος πολιτικός και ήταν της βαρυχειμωνιάς. Και τι ρόλο έπαιξε το συναίσθημα σε μια υπόθεση που χρειαζόταν καθαρό μυαλό, τόλμη και ψυχρή λογική.

Τώρα όμως που βλέπουμε ότι το θέμα βαίνει προς οριστική λύση αξίζει να δούμε ποιο όνομα βολεύει ίσως περισσότερο τη χώρα μας.

Οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ μεγάλωσαν ως Μακεδόνες στην ενωμένη Γιουγκοσλαβία. Το όνομα τους το έδωσε πριν πολλά χρόνια ο Τίτο. Ένας έξυπνος άνθρωπος δηλαδή που ήξερε ότι έπρεπε να δίνει όπιο στους λαούς για να τους έχει αδιαμαρτύρητα υπό την ηγεμονία του.

Ακόμα και στα ελληνικά βιβλία, η επαρχία της Γιουγκοσλαβίας που σήμερα αποτελεί τη FYROM ονομαζόταν Μακεδονία. Ποτέ κανείς στην Ελλάδα δεν αμφισβήτησε ότι ένα μικρό τμήμα της γεωγραφικής ενότητας που λέγεται Μακεδονία ανήκει στις μέρες μας σε άλλο κράτος.

Φόβος για ιστορική καπηλεία θα υπήρχε, μόνο αν ο Μανώλης Ανδρόνικος δεν είχε βρει τα ανάκτορα της Βεργίνας. Όμως η Βεργίνα βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος. Αυτό από μόνο του μας δίνει τη νομιμοποίηση να θεωρούμε ως «δική μας» πολιτιστική κληρονομιά τον πολιτισμό των αρχαίων Μακεδόνων.

(Αυτά για όσους μετράει κάτι τέτοιο. Γιατί για τη συντριπτική πλειοψηφία σήμερα οι αρχαίοι πολιτισμοί είναι παγκόσμια κληρονομιά. Γι’ αυτό π.χ. οι Γερμανοί έχουν μέτρον άριστο κι εμείς περηφανευόμαστε απλώς να κόβουμε εισιτήρια για τα μουσεία μας. Αλλά αυτό είναι μεγάλη κουβέντα που θέλει τον δικό της χώρο.)

Επιστρέφουμε στην ΠΓΔΜ. Εδώ και σχεδόν 15 χρόνια το επίσημο όνομα αυτής της χώρας (μας αρέσει να λέμε ότι) είναι Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Άρα παραδεχόμαστε κι εμείς ότι ήταν Γιουγκο-σλαβική επαρχία που λεγόταν Μακεδονία. Οπότε το επίσημο όνομα που πρέπει να αποκτήσει θα έχει μια συνέχεια με το παρελθόν της.

Το όνομα «Σλαβομακεδονία» είναι, φρονώ, το πλέον ταιριαστό. Αποδίδει με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια τη ρίζα των γειτόνων μας. Είναι εθνολογική περιγραφή και όχι ένας γεωγραφικός προσδιορισμός. Η Μακεδονία επίσης δεν είναι νέα και παλιά.

Το Σλαβομακεδονία έχει και επιθετικό προσδιορισμό για τους κατοίκους της χώρας: Σλαβομακεδόνες! Τι πιο ακριβές και σαφές για να περιγράψεις αυτόν τον λαό; Δεν είναι ούτε Βόρειοι Μακεδόνες, ούτε Νότιοι Γιουγκοσλάβοι, ούτε Ανατολικοαλβανοί. Και φυσικά δεν είναι Σκοπιανοί, όπως όλοι οι Έλληνες δεν είναι Αθηναίοι! (Το «Σκοπιανοί» μου κάνει εντύπωση που το εφηύραν στη Θεσσαλονίκη...)

Βέβαια, είναι γνωστό ότι το όνομα Σλαβομακεδονία μας προσφέρθηκε τον Δεκέμβριο του 1991 αλλά τότε το απορρίψαμε. Καλά να πάθουμε! Γιατί μη δεχόμενοι τότε τη σύνθετη ονομασία επικράτησε μια λιγότερο σύνθετη: το σκέτη Μακεδονία...

Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα; Όχι! Όποιος δεν ξέρει τι θέλει, δεν κερδίζει ποτέ τίποτα. Χάνει τα χρόνια του σε αντεγκλίσεις, αντί να συνεργάζεται. Και βλέπει πάντα γύρω του αδιέξοδα.

Και τώρα τι θα γίνουμε δίχως βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήταν μια κάποια λύσις...

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

EURO EURO όλοι


Η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου είναι έτοιμη να πετύχει κάτι μοναδικό στην ιστορία της: να προκριθεί για 2η συνεχόμενη φορά σε τελικά Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος! Έχει αυτό μόνο ποδοσφαιρικό ενδιαφέρον;

Το 2004 πετύχαμε κάτι που ούτε στα όνειρά μας δεν υπήρχε: κατακτήσαμε το Ευρωπαϊκό Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Κάτι δηλαδή που ούτε η Αγγλία δεν έχει πετύχει ακόμα!

Το ερώτημα που τέθηκε φυσικά μετά τα πανηγύρια δεν ήταν αν γίναμε υπερδύναμη. Γιατί το 2004 κάναμε τη μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών: κατέκτησε το Euro μια εθνική ομάδα που ούτε νίκη δεν είχε πετύχει στη μοναδική έως τότε πρόκρισή της σε τελικά.

Το ερώτημα ήταν κατά πόσον η Ελλάδα θα καταφέρει να γίνει μια ομάδα αξιοσέβαστη. Μια ομάδα που θα μπορέσει να καθιερωθεί στις κορυφαίες εθνικές ομάδες ποδοσφαίρου στην Ευρώπη. Να έχουμε συνέχεια ώστε να μη μείνει φωτοβολίδα εκείνη η τεράστια επιτυχία.

Μια έννοια λοιπόν που πάντοτε με γοητεύει στα μαθηματικά και στη ζωή είναι η συνέχεια! Το να μπορέσουμε να επαναλάβουμε ό,τι καλό πετυχαίνουμε. Να μην αντιδρούμε στη ζωή μας σπασμωδικά. Να έχουν οι δράσεις μας διαχρονική συνάφεια με τις ικανότητες, τον χαρακτήρα και τα πιστεύω μας.

Το 2007 δείχνουμε, έστω και στο ποδόσφαιρο, ότι μπορούμε. Γιατί αυτή η ομάδα ενσαρκώνει την επιτομή του ομαδικού πνεύματος. Είναι κλασικό παράδειγμα όπου ένα σύνολο ατόμων αποδίδει πάνω από τον μέσο όρο των μονάδων που το αποτελούν. Είναι ο ορισμός του ορθολογισμού. Ο ορισμός της επιμονής του καθοδηγητή της.

Ο Όττο Ρεχάγκελ είναι ένας ικανός άνθρωπος στον οποίον υπάρχει εμπιστοσύνη. Κι αυτός ο συνδυασμός ικανότητας κι εμπιστοσύνης σκοτώνει (τους άλλους)! Του ζητούσαμε επίμονα να κάνει σε μια νύχτα ανανέωση μετά το 2004. Γιατί στην Ελλάδα εκτός από τη βολή, μας αρέσει κι η υπερβολή. Είμαστε ή του ύψους ή του βάθους. Στη χαρά ξεδίδουμε, στη λύπη μαυρίζει η ψυχή μας...

Αυτός όμως ήξερε ότι χρειάζεται λελογισμένη αλλαγή προσώπων και συνέχεια. Χρειάζονται οι έμπειροι παλιοί για να μεταδώσουν το πνεύμα στους νέους. Κάθε απόπειρα σπασμωδικής ασυνέχειας ίσως έχει μια βραχυπρόθεσμη επιτυχία, αλλά οδηγεί σε τελική αποτυχία.

Η Εθνική ποδοσφαίρου, πέρα από τη στιγμιαία χαρά μιας πρόκρισης που σε πολλούς δε λέει τίποτα, στέλνει κατ’ εμέ ένα πιο σημαντικό μήνυμα: οι ομάδες στη ζωή είναι πάνω από τα πρόσωπα. Οι καλές ομάδες έχουν υψηλότερη απόδοση από τις μονάδες που τις απαρτίζουν. Οι καλές ομάδες όμως χτίζονται αργά, γιατί χρειάζονται συνοχή κι ενιαίο πνεύμα.

Σε μια εποχή ατομικής προβολής αυτό το βρίσκω ιδιαίτερα σημαντικό. Ίσως μας ωθήσει στο να προσπαθούμε να χτίζουμε στη ζωή καλύτερες ομάδες γύρω μας, αντί να χτίζουμε καλύτερο προφίλ του εαυτού μας.

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2007

Συλλέκτης μπομπονιέρων

Τα τελευταία 2 χρόνια έχω πάει σε δεκάδες γάμους φίλων. (Σφίγγει ο κλοιός!) Έχω γνωρίσει τα περισσότερα "κτήματα" (η μόδα της εποχής) και έχω δει πολλές πρωτότυπες ιδέες αυτής της μεγάλης "βιομηχανίας".

Ο τζίρος που πραγματοποιούν οι εταιρίες διοργάνωσης τέτοιων εκδηλώσεων στην Αθήνα είναι τεράστιος. Τα ποσά που ακούς είναι για να κλαις και να γελάς μαζί... Εκτός Αθήνας βέβαια τα πράγματα είναι πιο προσιτά και πιο ανθρώπινα. Λιγότερο beverly hills και περισσότερη ζεστασιά!

Όμως το θέμα μας δεν είναι αυτό. Το θέμα μας είναι τι φέρνει τους ανθρώπους κοντά και τι τους απομακρύνει.

Δεν έχω βρει πειστική απάντηση ούτε στο ένα, ούτε στο άλλο. Δεν θέλω να πιστέψω π.χ. ότι τα ζευγάρια παντρεύονται λόγω ηλικίας ("ήρθε το πλήρωμα του χρόνου"). Ούτε ότι χωρίζουν από βαρεμάρα.

Σίγουρα δεν μπορείς να ψάχνεις ες αεί "το έτερον ήμισυ". Γιατί τα χρόνια περνάνε. Ούτε μπορείς να μένεις με κάποιον που δεν αγαπάς "για να μην πληγωθούν τα παιδιά".

Η συνύπαρξη είναι μεγάλη απόφαση. Παντρεύεσαι ή συζείς με κάποιον για να έχεις δίπλα σου (στα εύκολα και στα δύσκολα) έναν άνθρωπο να κάνεις παρέα. Παντρεύεσαι για να κάνεις οικογένεια. Άρα θέλεις το ταίρι σου να είναι ευχάριστος σύντροφος και καλός γονιός.

Κι ο χωρισμός όμως μεγάλη απόφαση είναι! Ίσως συμβαίνει επειδή διαψεύστηκαν οι προσδοκίες του γάμου. Ίσως πάλι να μη θέλεις άλλο (και από 'δώ και στο εξής) να έχεις δίπλα σου αυτόν που κάποτε (σε άλλη φάση της ζωής σου) ήθελες.

Ωχ! Μπαίνει κι η παράμετρος της χρονικής συγκυρίας; Δύσκολα τα πράγματα! Πολυκριτηριακό το πρόβλημα... Μπορεί να έγινα συλλέκτης μπομπονιέρων, απάντηση όμως δεν έχω!

Πού καταλήγουμε λοιπόν από αυτήν την (σύντομη) αυτο-ψυχανάλυση; Ότι τα περισσότερα πράγματα στη ζωή τα κάνεις επειδή έτσι νιώθεις. Διαισθητικά τα ζυγίζεις μέσα σου και θεωρείς ότι είναι "καλό" για σένα. Απαντήσεις σε πολύπλοκες ερωτήσεις είναι μάλλον για να έχουν δουλειά οι ψυχολόγοι και τα μεσημεράδικα!

Εσείς τι λέτε;

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2007

Keep Walking!


Σεπτέμβριος 1997: μόλις ξεκινούσε το τρίτο έτος των σπουδών μου στο Πολυτεχνείο. Μόλις ξεκινούσε και η πορεία του Ολυμπιακού στο Champions League.

Από τότε πέρασαν 10 ολόκληρα χρόνια. 31 εκτός έδρας παιχνίδια. ΚΑΜΙΑ ΝΙΚΗ...

Έως χθες!

Δεν έχω να προσθέσω διθυράμβους για το κατόρθωμα. Θέλω μόνο να πω ότι χαίρομαι ιδιαίτερα που συμμετείχαν σε αυτήν την ιστορική νίκη ο Τζόρτζεβιτς, ο Πατσατζόγλου, ο Λεμονής, ο Νικοπολίδης, ο Στολτίδης.

Γιατί με τους ανθρώπους αυτούς έχουμε ζήσει μεγάλες στιγμές και τους άξιζε να δώσουν αυτήν τη χαρά στον κόσμο του Ολυμπιακού.

Και γιατί δείχνει ότι σε όλα τα πράγματα πρέπει να έχουμε πείσμα, να μην το βάζουμε κάτω. Ακόμα κι όταν γινόμαστε περίγελος που δεν μπορούμε να πετύχουμε έναν στόχο. Να προσθέτουμε ποιότητα σε μια ομάδα δράσης και το αποτέλεσμα θα έρθει!

Η χθεσινή βραδιά θα μπορούσε άνετα να είναι διαφημιστικό trailer γνωστού ποτού που μας προτρέπει: Keep Walking!

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2007

Οδική ασφάλεια

Ένα από τα πλέον ευαίσθητα κοινωνικά θέματα σήμερα θεωρώ ότι είναι ο ακήρυχτος πόλεμος στους δρόμους. Η οδική μας ασφάλεια που ποτέ δεν αντιμετωπίζεται υπεύθυνα.

Είν' αλήθεια ότι λόγω οδικών ατυχημάτων στην Ελλάδα του 2007 χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο πεθαίνουν, μένουν ανάπηροι, δυστυχούν… Και μαζί τους οι συγγενείς κι οι φίλοι τους. Εκείνοι που ονειρεύονταν πώς θα ζήσουν μαζί τους μεγάλες στιγμές και τώρα κλαίνε αγκαλιά με μια φωτογραφία...

Τα ατυχήματα στους δρόμους είναι καθαρά θέμα νοοτροπίας! Και πώς να γίνει αλλιώς, όταν ένας ολόκληρος λαός ηδονίζεται με το «vivere pericolosamente».

Όταν όλοι και όλες θεωρούμε ότι είμαστε καλύτεροι από τους άλλους! Είμαστε «καλύτεροι» εραστές, οικογενειάρχες, μαθητές, φοιτητές, οδηγοί…

Άρα, όλα τα μηνύματα που χρησιμοποιούνται για την οδική ασφάλεια θεωρούμε ότι απευθύνονται στους άλλους. Γιατί εμείς δε χρειαζόμαστε παραινέσεις για να «φοράμε τη ζώνη», να «μην τρέχουμε», να «μην πίνουμε και οδηγούμε».

Εμείς είμαστε πάντα σίγουροι ότι όσο κι αν πιούμε, όσο κι αν τρέχουμε, όσες προσπεράσεις κι αν κάνουμε σε στροφές χωρίς ορατότητα είμαστε τόσο καλοί που αποκλείεται να προκαλέσουμε ατύχημα. Έχουμε δει τόσο πολύ Formula 1, που το ελέγχουμε το όχημα όπως ο Χάμιλτον (ή μήπως ο Σένα;). Άρα όσο περισσότερα σφηνάκια πιούμε, τόσο πιο πολλές «σφήνες» δικαιούμαστε να κάνουμε…

Γι’ αυτό και βρίζουμε τους άλλους, κορνάρουμε στους άλλους, μουτζώνουμε τους άλλους. Γιατί το ρήμα «φταίω» δεν κλίνεται ποτέ σε πρώτο ενικό…

Γι’ αυτό και τα μηνύματα «οδικής συμπεριφοράς» είναι παντελώς αδιάφορα στον κόσμο. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι η «οδική μας ασφάλεια» ή ανασφάλεια. Το πρόβλημα είναι τα μυαλά μας! Και για να αλλάξουμε νοοτροπία δυο πράγματα απαιτούνται: αστυνόμευση και σοκ!

Όσο περισσότερο αισθανόμαστε την απειλή του ραντάρ ή του τροχονόμου, τόσο πιο πολύ προσέχουμε. Έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι ο φόβος της αστυνόμευσης και ειδικά η πληρωμή προστίμου, αλλάζει την οδική συμπεριφορά. Ωστόσο, εδώ υπάρχει πολλές φορές η «πλάγια οδός» για να τη γλιτώσουμε… Γι’ αυτό ίσως χρειαζόμαστε επιπλέον και ένα σοκ!

Να μπουν στους δρόμους κατεστραμμένα οχήματα… Να βγουν trailers με παιδάκια που παίζουν και ξαφνικά τα σκοτώνει μια νταλίκα… Να δούμε σποτάκια με κομμένα χέρια και ανθρώπους που αιμορραγούν στον δρόμο… Να δούμε στις ειδήσεις κηδειόσημα, μανάδες να κλαίνε τα βλαστάρια τους… Να αντιληφθούμε τα απομεινάρια αυτού του «πολέμου»…

Ναι, η λύση φαίνεται δυστυχώς πολύ-πολύ σκληρή! Ακούγεται απάνθρωπο και αντιαισθητικό, σχεδόν εμετικό. Πολλοί θα αντιδράσουν. Δε χρειάζεται όμως να γίνει για πάντα. Ας γίνει στιγμιαία, μια φορά, για μια βδομάδα μόνο.

Σκεφτείτε πόσο προσεκτικά οδηγάμε όλοι, για τα πρώτα 30 χιλιόμετρα μετά από ένα ατύχημα που είδαμε στον δρόμο. Και ας αναλογιστούμε επιτέλους ότι δεν μπορούμε να κρύβουμε άλλο τη στάχτη κάτω από το χαλάκι. Το χάλι μας είναι πια πολύ μεγάλο για να χωρέσει κάτω από το χαλάκι…

Ό,τι και να γίνει, οι πιθανότητες ενός οδικού ατυχήματος δε θα μηδενιστούν. Πάντα θα κινδυνεύουμε. Όσο κινδυνεύουμε σε κάθε δραστηριότητα της ζωής μας. Εκείνο όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να αισθανθούμε, χωρίς να βιώσουμε, τον πόνο που προκαλεί ένα ατύχημα.

Κι έτσι την επόμενη φορά που θα θελήσουμε να βρίσουμε, να μουτζώσουμε ή να κορνάρουμε σε κάποιον άλλον οδηγό, θα κοιτάξουμε πρώτα στον καθρέφτη επάνω δεξιά…