Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2007

Χθες, σήμερα, αύριο


Η πρόσφατη πολιτική δολοφονία της Μπεναζίρ Μπούτο στο Πακιστάν μοιάζει με τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη τον Μάη του ’63 από παρακρατικούς: καμία αστυνομική προστασία των πολιτικών αντιπάλων, απόπειρα συγκάλυψης των δολοφόνων, αστήρικτες έως φαιδρές επικλήσεις «τυχαίου ατυχήματος».

Οι πολιτικές δολοφονίες έχουν πάντοτε πίσω τους μεγάλη ουρά. Το χέρι του δολοφόνου το οπλίζουν συνήθως «επιφανείς» άνθρωποι που δε θέλουν να λερώσουν τα χέρια τους με το αίμα των αντιπάλων τους. Παρά μόνο να επωφεληθούν από τον αφανισμό τους.

Από τα γεγονότα του ’63 κρατάμε την αυταπάρνηση του νεαρού τότε ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη ο οποίος, αψηφώντας ισχυρότατες πιέσεις, έφτασε την έρευνά του στα άκρα. Και εξιχνίασε μια υπόθεση που χωρίς αυτόν εύκολα θα θεωρείτο «ατύχημα» (όπως π.χ. ο θάνατος του Αλέκου Παναγούλη).

Κρατάμε επίσης την αυταπάρνηση του επονομαζόμενου «Τίγρη» (Μανώλης Χατζηαποστόλου) ο οποίος κυνήγησε τρέχοντας τους Γκοτζαμάνη-Εμμανουηλίδη που με το τρίκυκλο πέρασαν δίπλα από τον Γρηγόρη Λαμπράκη και τον χτύπησαν θανάσιμα στο κεφάλι. Στο τέλος της ζωής του γνώρισα τον «Τίγρη» καθώς είχε ψησταριά στα Βριλήσσια. Το μόνο του παράσημο ήταν η αναγνώριση του κόσμου.

Κρατάμε τέλος την ουσιαστική συμβολή τριών δημοσιογράφων στην εξιχνίαση της υπόθεσης: Γιώργος Μπέρτσος, Γιώργος Ρωμαίος, Γιάννης Βούλτεψης. Χωρίς αυτούς δε θα υπήρχαν ούτε φωτογραφίες των παρακρατικών, ούτε πολλοί βασικοί μάρτυρες.

Σήμερα ευτυχώς η ελληνική κοινωνία έχει προχωρήσει πάρα πολύ. Αυτά που συμβαίνουν τώρα στο Πακιστάν κάποτε τα ζήσαμε κι εδώ αλλά μας φαίνονται πια πολύ μακρινά, γεωγραφικά και χρονικά. Δε φαίνεται να υπάρχουν εδώ παρακρατικές οργανώσεις που με την ανοχή, τη συγκάλυψη ή την υποστήριξη του επίσημου κράτους εξυφαίνουν σχέδια αποσταθεροποίησης του πολιτεύματος προς όφελος των (εκάστοτε) κυβερνώντων.

Όμως μαζί μοιάζουν να ξεθώριασαν και τα πρότυπα του Μάη του ’63:

Η δικαιοσύνη μαστίζεται συχνά από φαινόμενα διαφθοράς, με το λεγόμενο «παραδικαστικό κύκλωμα» να μην έχει πλήρως ξεκαθαρίσει. Κανένας Ζορμπάς σήμερα δεν μπορεί να αποδείξει τι έγινε με τα δομημένα ομόλογα.

Η κοινωνία θεωρεί γραφικό όποιον θυσιάζει την προσωπική του γαλήνη και ευμάρεια για να περιφρουρήσει το λεγόμενο «κοινό καλό». Πρότυπο επιτυχίας είναι μόνο εκείνος που έχει εξασφαλίσει τηλεοπτικό χρόνο.

Οι δημοσιογράφοι έχουν σήμερα μεγαλύτερη εξουσία από ποτέ, αλλά περισσότερο θεωρούν το επάγγελμά τους προθάλαμο για την πολιτική παρά λειτούργημα. Και σπανίζουν οι δημοσιογράφοι που κάνουν πραγματικά αδέσμευτο ρεπορτάζ.

Φυσικά υπάρχουν πάντα οι εξαιρέσεις. Η ισοπέδωση ευνοεί τους ανίκανους, γιατί τους κάνει όλους να μοιάζουν σαν αυτούς. Και το 1963 ίσως να ήταν εξαίρεση οι προαναφερθέντες...

Πρωτοχρονιά του 2008 ξημερώνει σε λίγο. Κοιτάμε μπροστά, όχι πίσω. Το χθες όμως μας δείχνει πάντα τι να αποφεύγουμε. Είναι παράδειγμα προς αποφυγή και οδηγός για το καλύτερο. Αν δεν ξέρουμε τι έχουμε πίσω μας, πάμε πίσω χωρίς να το ξέρουμε!

Τα πράγματα έχουν εμφανώς βελτιωθεί στην Ελλάδα. Όμως μπορούν να γίνουν και καλύτερα! Και θα γίνουν, αν κάνουμε όλοι μας κανόνα τις εξαιρέσεις!

Καλή Χρονιά να έχουμε!

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2007

Στο κενό...


Όταν αξιωματούχοι με τόσα πολλά "προνόμια" φτάνουν να πηδούν στο κενό, αναρωτιέμαι τι πρέπει να κάνουν όλοι οι υπόλοιποι που αντιστέκονται ακόμα με τόση περηφάνια στη συρρίκνωση των εισοδημάτων τους.

Μακάρι να γλιτώσει ο κύριος Ζαχόπουλος από την περιπέτεια της υγείας του. Θα έχει έτσι την ευκαιρία εκτός από τη ζωή του να σώσει και την υπόληψή του.

Γιατί υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα στην πορεία του έως τη βουτιά στο κενό...

Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2007

Καλά Χριστούγεννα!


Χρόνια πολλά σε όλους και όλες!

Εύχομαι να σας συνοδεύουν πάντα οι άνθρωποι, οι στόχοι και τα αγαθά που σας δίνουν συναισθηματική πληρότητα!

Καλά Χριστούγεννα!

Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2007

Απεργία


Το γεγονός της εβδομάδας που πέρασε ήταν η παλλαϊκή αφύπνιση της Τετάρτης. Στις 12 του Δεκέμβρη, κόντρα στη γενικευμένη τάση για αφασία, απεργήσαμε και ξαναβγήκαμε στους δρόμους. Γιατί άραγε;

Ο κόσμος σήμερα ωθείται να καθηλώνεται στον καναπέ του. Εθίζεται στην απάθεια και στο βόλεμα. Τείνει πια να πιστέψει ότι συμμετέχει σε κίνημα αντίστασης χαχανίζοντας απλώς μπροστά στην τηλεόραση με όσους γλαφυρά περιγράφουν τις ανεπάρκειες του συστήματος. Όμως δεν αρκεί πια να γελάμε με τα χάλια μας. Μπορούμε (και πρέπει) να τα αλλάξουμε!

Το κίνημα αντίστασης στο γκρίζο απαιτεί ενεργούς πολίτες κι όχι παθητικούς χειροκροτητές. Βλέποντας τον εργασιακό μεσαίωνα που μας περιγράφουν, δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε! Γι’ αυτό απαντάμε με δράσεις στον ωχαδερφισμό που παραλύει κάθε ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας μας.

Η απεργία της 12ης Δεκεμβρίου και η μεγάλη πορεία που ακολούθησε ήταν μόνο η αρχή. Τώρα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Η συμμετοχή σε μια πορεία είναι από μόνη της ένα ηχηρό πολιτικό μήνυμα. Αλλά πρέπει να έχει και συνέχεια.

Δεν κάναμε το χρέος μας στις 12 του Δεκέμβρη και τώρα μπορούμε ήσυχα-ήσυχα να επιστρέψουμε στη μοιρολατρία του «όλοι ίδιοι είναι» ή του «τίποτα δεν αλλάζει».

Τώρα αρχίζουμε να κάνουμε το χρέος μας! Για να μην είναι ήσυχοι όσοι κυβερνώντες θεωρούν ότι με την επικοινωνία μπορούν να κυβερνούν ες αεί. Και επειδή όλα μπορούν να αλλάξουν, αρκεί να το ζητήσουν οι πολίτες.

Η Ελλάδα σήμερα δε χωρίζεται σε εκείνους που θέλουν αλλαγές και σε εκείνους που δε θέλουν. Χωρίζεται σε εκείνους που υπό τον μανδύα των αλλαγών γεννούν φοβικά σύνδρομα στους πολίτες και σε εκείνους που πιστεύουν ότι το νέο έρχεται με νεωτερικότητα και πρωτότυπες λύσεις, χωρίς κοινωνική καταπίεση.

Η ελληνική κοινωνία πάντα θα έχει ανάγκη από τομές και ρήξεις! Ακόμα κι αυτά που σήμερα θα αλλάξουν, για τις επόμενες γενιές θα είναι κατεστημένο και θα αναθεωρηθούν. Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι ποιος θα καταφέρει να πείσει ότι έχει τις ενδεδειγμένες λύσεις, προς ποια κατεύθυνση και με ποια κοινωνική συμμαχία.

Είναι λάθος να υποτιμούμε το λαϊκό αίσθημα. Ο κόσμος δεν ξεσηκώνεται ποτέ χωρίς λόγο. Και δεν είναι ο κόσμος εκείνος που θα προτείνει τις λύσεις. Μην ζητάμε από τους απλούς εργαζομένους να κάνουν αναλογιστικές μελέτες και να φέρουν προτάσεις.

Είναι όμως βέβαιο ότι ο κόσμος δε θα ξεσηκωνόταν, εάν το ασφαλιστικό αντιμετωπιζόταν με άλλη οπτική. Γιατί αντί να προτείνονται αντιπαραγωγικά μέτρα με βραχεία επίπτωση στη βιωσιμότητα του συστήματος (αύξηση ορίων ηλικίας, μείωση συντάξεων), θα μπορούσε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συστήματος από την κρατική χρηματοδότηση του 1% στα αποθεματικά των Ταμείων. Ή από πιο πρωτότυπες λύσεις όπως η αξιοποίηση (όχι η πώληση!) της κρατικής ακίνητης περιουσίας.

(Εκτός βέβαια αν ο στόχος σήμερα είναι η συνολική απαξίωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, προκειμένου να συνάψουμε όλοι ιδιωτική ασφάλεια!)

Η δημοκρατία μας θα αποκτήσει μεγαλύτερο περιεχόμενο, μόνο όταν γίνει περισσότερο συμμετοχική. Μόνο τότε θα έχουμε υποψιασμένους πολίτες. Έτσι κανείς δε θα μπορεί να ψαρεύει σε θολά νερά και κανείς δε θα διανοείται να αγνοεί το λαϊκό αίσθημα.

Κόντρα στον μηδενισμό και στην ισοπέδωση του «όλοι ίδιοι είναι» χρειάζεται τώρα να δώσουμε αέρα σε μια κοινωνία κινηματική και διεκδικητική. Στις 12 του Δεκέμβρη έγινε το πρώτο βήμα. Ενώθηκαν όλα τα στρώματα των εργαζομένων σε ένα κοινό μέτωπο. Το αν αυτό ήταν ευκαιριακό ή έχει προοπτική, θα κριθεί στη συνέχεια.

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

Αξιολόγηση


Ένα ζήτημα-ταμπού στην ελληνική κοινωνία είναι η αξιολόγηση. Όλοι θέλουμε να αξιολογούμε τους άλλους, αλλά λίγοι δέχονται να αξιολογηθούν οι ίδιοι ή το έργο τους ή η ομάδα στην οποία δρουν! Κι όμως, η αξιολόγηση θα μπορούσε να δείξει τον δρόμο για σπουδαίες αλλαγές που χρειάζονται σήμερα σε συστήματα όπως η παιδεία, η υγεία, η δημόσια διοίκηση και αλλού.

Νομίζω ότι το κεντρικό ζήτημα στο θέμα είναι ποιος είναι ο τελικός στόχος της αξιολόγησης: θέλουμε να αξιολογούμε για να διαφημίσουμε κάτι (π.χ. πανεπιστημιακά ιδρύματα) ή για να αλλάξουμε ό,τι δεν πάει καλά; Νομίζω το δεύτερο.

Άρα χρειάζεται σήμερα να αποκτήσουμε μια ακόμα συνήθεια: εκτός από τον Προϋπολογισμό πρέπει να κάνουμε και Απολογισμό.

«Τι αποτέλεσμα είχαν οι πόροι που διαθέσαμε; Πετύχαμε τους στόχους μας; Υπάρχουν καλύτεροι στόχοι; Τι μπορούμε να βελτιώσουμε την επόμενη φορά;»

Δυστυχώς βέβαια, η έννοια του feedback είναι ξένη για την ελληνική πραγματικότητα. Το θεωρούμε «χάσιμο χρόνου». Ενώ θα μπορούσε να δείχνει τον δρόμο της αλλαγής.

Μερικές πρώτες σκέψεις για τη διαδικασία της αξιολόγησης:

Κατ’ αρχάς η αξιολόγηση πρέπει να έχει βάθος χρόνου και να είναι αμφίδρομη. Διαφορετικά παύει να είναι αξιόπιστη, γιατί επηρεάζεται ενδεχομένως από την κρίση της στιγμής ή από μια προσωπική άποψη.

Να μπορεί δηλαδή ο αξιολογούμενος να κρίνει αυτόν που τον αξιολογεί. Αν προκύπτει στατιστικά μεγάλος αριθμός απαξίωσης του κρίνοντα, τότε η αξιολόγησή του να έχει μειωτικό συντελεστή. Αυτό αναιρεί τις ανεπάρκειες της υποκειμενικής αξιολόγησης. Και πάντως αν σε έναν συγκεκριμένο οργανισμό όλοι διαρκώς απαξιώνουν τον άλλον, αυτό είναι από μόνο του ένα δείγμα υπο-αξιολόγησης του οργανισμού.

Την προσφορά που είχε π.χ. το σχολείο στη ζωή ενός ανθρώπου πρέπει να την αξιολογεί ο ίδιος άνθρωπος και όταν είναι μαθητής και όταν είναι φοιτητής και όταν είναι παντρεμένος και όταν γίνει γονιός και όταν βγει στη σύνταξη (αν βγει...). Οι γνώσεις που διαχρονικά αξιολογούνται ως οι πλέον χρήσιμες μπορούν και πρέπει να αποκτήσουν νέο περιεχόμενο.

Το ίδιο να γίνεται για το πανεπιστήμιο, για την ιατρική περίθαλψη, για τη δημόσια διοίκηση.

Επιπλέον, να προβλέπεται η δυνατότητα αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε μέλη ενός υψηλά και ενός χαμηλά αξιολογημένου οργανισμού. Ακόμα και με αντίστοιχους οργανισμούς εκτός Ελλάδος. Όσο περισσότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις έχουμε από το καλύτερο, τόσο πιο γρήγορα θα κάνουμε τις μικρές μας «επαναστάσεις» για να ξεφύγουμε από το μέτριο.

Φυσικά, ένα σύστημα αξιολόγησης πρέπει να προβλέπει κίνητρα για τα μέλη ενός οργανισμού ώστε ως άτομα να βελτιώνονται διαρκώς. Αυτό θα ωφελήσει πολλαπλασιαστικά τον οργανισμό ως σύνολο (π.χ. δημόσια διοίκηση).

Άρα:

- Αξιολόγηση για να γίνουμε καλύτεροι, όχι για να δημιουργήσουμε εντυπώσεις ή εντυπωσιακές λίστες top-10.

- Απολογισμός στο τέλος της δράσης μας για να αξιολογούμε τον προϋπολογισμό, ώστε να παράγουμε καλύτερους προϋπολογισμούς την επόμενη φορά.

- Αξιολόγηση με αμφίδρομες κρίσεις. Καθένας είναι κρίνων και κρινόμενος.

- Αξιολόγηση σε βάθος χρόνου, για να διακρίνουμε αξιόπιστα τα στοιχεία που είναι διαχρονικά πιο χρήσιμα στις ζωές των ανθρώπων.

- Αλληλεπίδραση ανάμεσα σε εκείνους που αξιολογήθηκαν στα άκρα της αξιολογικής κλίμακας.

- Κίνητρα προς όλα τα μέλη ενός αξιολογούμενου οργανισμού, ώστε να θέλουν να βελτιώνονται διαρκώς.

Εντάξει, περιέγραψα κι εγώ ένα σύστημα αγγελικά πλασμένο που χρειάζεται εξαιρετική οργάνωση για να λειτουργήσει. Ας κάνουμε μια ανάλυση κόστους-οφέλους προτού προχωρήσουμε στην αξιολόγηση συστημάτων. Ας την πούμε «αποτίμηση», αν η λέξη φοβίζει.

Αλλά ας πάμε και λίγο κόντρα στον μηδενισμό και τη μοιρολατρία. Τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα. Η αξιολόγηση συστημάτων (και όχι ανθρώπων) μπορεί να μας δείξει πώς.

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2007

"ΠΑΝΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ"


Είχα την τύχη να σπουδάσω στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Θεωρώ ευλογία το γεγονός ότι έζησα μέρος της ζωής μου σ’ εκείνα τα κτίρια της οδού Πατησίων. Επειδή η αύρα τους καταγράφει στο DNA σου ένα μήνυμα διαχρονικό.

Το Ε.Μ.Π. έγινε μέρος της Ιστορίας το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 1973. Από τότε πέρασαν και θα περάσουν πολλά χρόνια. Το μήνυμα όμως εκείνης της βραδιάς παραμένει πάντα επίκαιρο και κρυστάλλινο: μόνο οι νέοι μπορούν να δείξουν τον δρόμο προς την έξοδο κινδύνου!

Τότε ο κίνδυνος ήταν η χούντα. Ο περιορισμός των ελευθεριών. Τα βασανιστήρια και οι φόνοι εκείνων που δεν έσκυψαν το κεφάλι. Ήταν η απαγόρευση ελεύθερης έκφρασης. Η λογοκρισία της διαφορετικής άποψης.

Η δικτατορία του ’67 ήταν μια προκρούστειος κλίνη. Σκοπό είχε να ομογενοποιήσει μια γενιά. Σκοπό είχε να παράξει πολίτες που τα θεωρούν όλα αυτονόητα, πολίτες που αποδέχονται τη μοίρα τους. Οι Έλληνες «έπρεπε» να συμφιλιωθούμε με τη μοιρολατρική αντίληψη ότι δεν μπορούμε εμείς να ορίζουμε το μέλλον μας.

Όλες οι νεοελληνικές γενιές μεγάλωσαν με δυνάστες: τουρκοκρατία, βασιλιάς, κατοχή, συνταγματάρχες. Το 1974 άλλαξαν πολλά, αλλά δεν άλλαξαν όλα. Γιατί η ροπή προς τον δυνάστη είναι μια διαχρονική τάση που δημιουργεί την ψευδαίσθηση της «σιγουριάς».

Ποιοι είναι άραγε οι σημερινοί δυνάστες;

Υπάρχουν σήμερα λίγοι που συγκεντρώνουν προνόμια και πολλοί που τα χάνουν. Για να αντέξει αυτή η ιδιότυπη «ολιγαρχία» γιγαντώνονται παράσιτα που απομυζούν τη δημιουργικότητά μας, συντηρείται ο κομματισμός που χρωματίζει παιδιά στις «συνεντεύξεις» και κυριαρχεί η περιβαλλοντική υποβάθμιση που διαχωρίζει τις φτωχές γειτονιές από τα πλούσια προάστια.

Δημιουργούνται με γεωμετρική πρόοδο διαχωριστικές γραμμές μεταξύ όσων έχουν πρόσβαση στη γνώση, την υγεία, την πρόνοια και όσων περιθωριοποιούνται από αυτά τα δημόσια αγαθά.

Ορθώνονται τείχη στους νέους που θέλουν να δημιουργήσουν τη δική τους δουλειά ή που ζητούν καλύτερη ανταμοιβή της εργασίας τους. Γιατί όσοι παράγουν σήμερα είναι πιο αναλώσιμοι από εκείνους που φέρνουν μια δουλειά με τις «γνωριμίες» τους.

Δυνάστες κοντολογίς είναι σήμερα όσοι ασκούν απολυταρχικά την εξουσία τους. Και σε μια κοινωνία που μετράει το «έχω» πιο πολύ από το «είμαι» είναι σαφές ποιος έχει εξουσία. Άρα το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε πια όλοι από μια ψήφο. Κάποιοι επηρεάζουν πολύ περισσότερες!

Πώς θα βγούμε από τη σημερινή ολιγαρχία;

Πρέπει να απαντήσουμε στο εξής δίλημμα: περισσότερη δημοκρατία ή πλήρης αναρχία;

Κατά τη γνώμη μου, φυγή δεν είναι να βγούμε στο αντάρτικο. Δεν είναι λύση να γίνουμε ελεύθεροι σκοπευτές και να πυροβολούμε άκριτα όλους τους θεσμούς της δημοκρατίας μας, όντας κρυμμένοι.

Χρειάζεται να κάνουμε τα δικά μας καθημερινά μικρά «Πολυτεχνεία» για να ανατρέψουμε την τάση δημιουργίας κοινωνικών ανισοτήτων. Γι’ αυτό η δημοκρατία μας πρέπει να έχει ένα ισχυρό προαπαιτούμενο: τη Συμμετοχή!

Η Συμμετοχή δημιουργεί ένα κίνημα ενεργών πολιτών. Ένα κίνημα που διαμορφώνει με θετικούς όρους το μέλλον που οραματιζόμαστε. Όχι ως άρνηση του παρόντος, ούτε ως ετεροπροσδιορισμό.

Η Συμμετοχή εδράζεται στη συνεισφορά όλων μας. Δεν γεννάει τύψεις επαναστατικότητας στους απαθείς, αλλά δίνει κίνητρο σε όλους τους πολίτες να πάψουν να είναι απαθείς και να βγουν μπροστά.

Όλα αυτά μόνο οι νέοι μπορούν να τα ενεργοποιήσουν. Επειδή έχουν όλη τη ζωή μπροστά τους και άρα νοιάζονται περισσότερο για τις κοινωνικές συνθήκες στις οποίες θα ζήσουν.

Όμως οι δραστηριοποιημένοι νέοι είναι σήμερα σαν ένα προστατευόμενο είδος σε υγροβιότοπο “Natura”! Διστάζουμε να τους δώσουμε πρωτοβουλίες κι ευθύνες. Τους θέλουμε κλακαδόρους, χειροκροτητές και νεροκουβαλητές. Προσπαθούμε να τους βάλουμε σε καλούπια, τους χαϊδεύουμε τ’ αυτιά για να τους προσεταιριστούμε, επιδιώκουμε να τους δελεάσουμε με μοίρασμα εξουσίας.

Οι νέοι αντίθετα χρειάζονται διέξοδο, ρεαλιστική πρόταση, παραγωγική προοπτική. Απαιτούν αξιοκρατία και ίσες ευκαιρίες για δημιουργία και επιχειρηματικότητα. Απογοητεύονται από το σημερινό κράτος-μπαμπούλα και το αδηφάγα εισπρακτικό τραπεζικό σύστημα. Και δελεάζονται μόνο από τη δημιουργία ενός κινήματος ενεργών πολιτών.

Τα καθημερινά μας μικρά «Πολυτεχνεία» θα μας δείξουν πάλι την έξοδο κινδύνου. Με νέες μορφές συμμετοχής, με φαντασία και με νεωτερικότητα θα δώσουμε νέο νόημα στο τρίπτυχο της σημερινής αμφισβήτησης:

Καλύτερη Ανταμοιβή του κόπου μας, σύγχρονη δημόσια Παιδεία και Ελευθερία βούλησης.

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2007

Λαϊκή Δημοκρατία Ζωνιανών


Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την ονομασία της ΠΓΔΜ. Υπάρχει όμως κι ένα άλλο κράτος που χρειάζεται ονομασία. Βρίσκεται εντός χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι άβατο. Όχι δεν είναι η Χώρα των Βάσκων. Είναι η Λαϊκή Δημοκρατία των Ζωνιανών!

Τα Ζωνιανά είναι ένα πανέμορφο χωριό της πατρίδας μου. Βρίσκονται στην επαρχία Μυλοποτάμου στο Ρέθυμνο. Είναι ένα κατάφυτο χωριό. Σε αντίθεση όμως με τα υπόλοιπα δάση μας, τα φυτά που έχουν γύρω τους τα Ζωνιανά έχουν αξία μόνο όταν καίγονται και δεν έγιναν ποτέ καρτ-ποστάλ.

Έχω μια φυσική ροπή να μη θεωρώ κανέναν εκ γενετής κακό. «Ουδείς εκών κακός» έλεγε ο Σωκράτης. Πιστεύω ότι όλοι έχουν δικαίωμα υπεράσπισης της άποψής τους. Γιατί ο καθένας βλέπει τα πράγματα από τη δική του οπτική γωνία.

Όποιον και να ρωτήσεις, θα σου πει φυσικά πως είναι παράνομο να καλλιεργείς και να πουλάς ναρκωτικά. Εγώ θα πω και κάτι ακόμα: είναι χυδαίο! Γιατί φυλακίζεις την ενεργητικότητα νέων ανθρώπων. Γιατί γεννάς και διαδίδεις εγκληματικότητα. Το κακό θα παταχθεί, μόνο αν τιμωρούνται παραδειγματικά, χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς πολιτική κάλυψη, όλοι όσοι ρέπουν προς το εύκολο κέρδος.

Το ζητούμενο όμως δεν είναι να πατάξουμε το φαινόμενο, αλλά να μην αναπαράγεται. Και πρέπει να διερωτηθούμε γιατί υπάρχουν άραγε συμπολίτες μας που παροτρύνουν τα παιδιά τους να αφήσουν το σχολείο και να γίνουν χασισοκαλλιεργητές. Είναι απλό: με τις σπουδές θα διαβάζεις από τα 12 έως τα 23 σου για να πιάσεις μια δουλειά των 600-700 ευρώ το μήνα. Ε, αυτά κάποιοι τα μετράνε σε γραμμάρια...

Ποια κοινωνική πλειοψηφία θέλει εγκληματίες; Καμία. Όμως φροντίζει να τους τιμωρεί χωρίς εξαιρέσεις. Δεν αντιμετωπίζει τους εγκληματίες σαν ψηφοφόρους. Και δίνει διέξοδο στους νέους να βρουν αξιοπρεπείς δουλειές. Φροντίζει να υπάρχουν ίσες ευκαιρίες και αξιοκρατία. Αντιμετωπίζει με σεβασμό τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους και εγγυάται την αξιοπρεπή διαβίωσή τους.

Η πολιτεία μας αντίθετα είναι σοβαροφανής. Κανείς μας δεν γνωρίζει τους εμπόρους ναρκωτικών! Κανείς πολιτικός δεν έχει βοηθήσει ποτέ κανέναν να αθωωθεί στα δικαστήρια! Όλοι οι δικηγόροι θεωρούν λειτούργημά τους να υπερασπιστούν έναν έμπορο που τους πληρώνει με χρήματα οικογενειών που έχασαν τα παιδιά τους από ναρκωτικά.

Όλοι μας αντιμετωπίζουμε καχύποπτα έναν νέο που βγήκε από μονάδα απεξάρτησης. Σπάνια εργοδότης θα δώσει ευκαιρία σε έναν τέτοιο άνθρωπο. Ποτέ το κράτος δεν ένιωσε την ανάγκη να στείλει π.χ. όσους νέους εξ αυτών το θέλουν στο ανοιχτό πανεπιστήμιο. Όλοι γυρίζουμε την πλάτη στο πρόβλημα, μέχρι να μας χτυπήσει την πόρτα.

Μέχρι τότε δεν κάνουμε τίποτα και μετά αντιδρούμε με συναισθηματισμό. Το ζήτημα όμως δε χρειάζεται ούτε απάθεια, ούτε φανατισμό. Χρειάζεται διαρκή τήρηση του νόμου ώστε να τιμωρούνται όλοι όσοι θεωρούν εαυτούς εξυπνότερους των υπολοίπων.

Μα πάνω απ’ όλα χρειάζεται να πάψουμε να υποκρινόμαστε και να δαιμονοποιούμε τους άλλους. Το ζήτημα έχει βαθιές ρίζες και δεν αρκούν μερεμέτια επικοινωνιακού τύπου. Ας τιμωρηθούν επιτέλους πρώτα εκείνοι που συγκαλύπτουν. Και δεν είναι όλοι το ίδιο! Αυτό το λένε όσοι συγκαλύπτουν για να μη φαίνονται.

Αρκετά κυβέρνησε η επικοινωνία. Ώρα να κυβερνήσει η κοινωνία!

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2007

Τα μεγάλα «ΟΧΙ»


28η Οκτωβρίου 2007: τιμούμε το «ΟΧΙ» του ’40. Υπάρχουν άραγε σήμερα λόγοι για να πούμε τα δικά μας «όχι»;

Κάθε μέρα έχει τα δικά της Ναι και Όχι. Συνήθως το Όχι θεωρείται αγένεια. Κι όμως συχνά η άρνηση είναι η μόνη θετική διέξοδος από τη φθορά.

Σε τι χρειάζεται σήμερα να πούμε «όχι»;

Πρώτα σ’ εκείνους που τα θεωρούν όλα αντιπαροχή. Που ζητάνε πάντοτε ανταλλάγματα για να σου δώσουν κάτι (ακόμα κι αν αυτό σου αξίζει).

Σ’ εκείνους που έχουν για όλα ως μονάδα μέτρησης το χρήμα. Που δε σε κοιτούν στα μάτια για να σε κρίνουν, αλλά μετράνε πόσα υλικά έχεις μαζέψει.

«Όχι» σε όσους επιχειρούν να μετατρέψουν την απόγνωση των ανθρώπων σε συμπάθεια προς τους ίδιους, περιγράφοντας λυπητερά τα κοινωνικά αδιέξοδα.

«Όχι» στις θεωρίες του «μέσου όρου». Που αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους σαν μονάδες, σαν ποσοστά. Και δεν κοιτούν πόσοι έχουν φτάσει στα άκρα.

Στο αφεντικό που σε υποχρεώνει να δουλεύεις υπερωρίες θεωρώντας το αυτονόητο. Και δε λέει καν ευχαριστώ (με λόγια ή με πράξεις).

Σαν πολλά «Όχι» μαζεύτηκαν, θα μου πείτε. Με τόσες αρνήσεις στο τέλος θα ζούμε μόνοι μας ψάχνοντας το ιδεατό. Σίγουρα χρειάζονται και ορισμένα «Ναι».

Δεν ξέρω ποιο είναι το όριο εκείνο που χωρίζει την αξιοπρέπεια από την ανέξοδη αντιδραστικότητα ενός «όχι». Ξέρω ότι υπάρχουν εύκολα «Ναι» που δεν τα πιστεύουμε, αλλά τα λέμε και δύσκολα «Όχι» που δεν τα λέμε γιατί κοστίζουν.

Μπροστά σε κάθε δίλημμα όμως που απαιτεί να αποδείξουμε τις αρχές μας,

«φανερώνεται αμέσως όποιος το ‘χει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα
πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησή του.

Ο αρνηθείς δεν μετανιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι – το σωστό – εις όλην την ζωή του.»

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2007

Νεόπτωχοι


Η περασμένη Τετάρτη ήταν, λέει, η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φτώχειας. Πολύ βαρύγδουπο ακούγεται. Τι είναι φτώχεια;

Σε πρόσφατη έρευνα φάνηκε ότι στη χώρα μας σήμερα βρίσκονται στο κατώφλι της ανέχειας 2.000.000 συμπολίτες μας. Ο πληθυσμός ενός μικρού κράτους δηλαδή!

Τα 933,7 ευρώ είναι το ψυχολογικό όριο, που χωρίζει τους φτωχούς από τους πλούσιους. Αν εξασφάλιζαν αυτό το ποσό, θα διέγραφαν τον εαυτό τους από τις «λίστες των φτωχών».

Ακόμα χειρότερη όμως κι απ’ τη φτώχεια είναι η απειλή της φτώχειας: Οι μισοί ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οι συνάνθρωποί τους βρέθηκαν σε κατάσταση φτώχειας από ένα τυχαίο γεγονός που μπορεί να συμβεί στον καθένα (π.χ. σοβαρό πρόβλημα υγείας ή εργασίας).

Γι’ αυτό το 60% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι προσωπικά φοβούνται κάποιες φορές μήπως βρεθούν κι οι ίδιοι σε κατάσταση φτώχειας.

Η ανασφάλεια αυτή γεννάει ένα νέο κράτος στην Ελλάδα: είναι οι μη προνομιούχοι συμπολίτες μας. Από τους άστεγους, μέχρι τη «γενιά των 700 Ευρώ».

Δυστυχώς, πολλοί πολιτικοί αντιμετωπίζουν σήμερα τη γενιά συτή σαν target group. Περιγράφουν λυπητερά την κατάσταση της νεολαίας, με μόνο στόχο να πάρουν την ψήφο της.

Όμως η γενιά των 700 Ευρώ δεν είναι target group, είναι άνθρωποι! Άνθρωποι που δεν τους αρκεί να ακούν από χείλι βολεμένων το πρόβλημα που ζούνε. Θέλουν λύσεις!

Οι νέοι σήμερα δεν είναι απλώς φτωχοί. Είναι ανασφαλείς! Ζώντας στο σπίτι των γονιών τους, τα φέρνουν βόλτα με τα 700 ευρώ. Αλλά δεν μπορούν να ζήσουν μόνοι τους, δεν μπορούν ν’ ανοίξουν τα φτερά τους.

Και είναι ευάλωτοι σε εξαρτήσεις. Καθότι κάποιος πρέπει να τους βοηθήσει. Για να συνεχίσουν να είναι συμβασιούχοι... Για να συνεχίσουν να παίρνουν τα 700 ευρώ και αύριο... Έστω και χωρίς ασφάλιση!

Λύσεις υπάρχουν, αλλά θέλουν γερά πολιτικά κότσια. Και απαιτούν αλληλεγγύη.

Δεν χρειάζεται να καταστραφεί ο πλούτος μερικών. Απαιτείται απλώς να καταλάβουν οι έχοντες και κατέχοντες ότι πρέπει να στερηθούν την πλεονάζουσα πολυτέλεια για να μη στερούνται κάποιοι άλλοι τα αναγκαία.

Απαιτείται να πιστέψουν οι επιχειρήσεις κι οι τράπεζες ότι ο όρος «κοινωνική συνοχή» δεν είναι λογότυπο για εκλογές. Είναι εθνικός στόχος. Που θα φέρει και στους ίδιους θετικά αποτελέσματα. Γι’ αυτό πρέπει να δώσουν ευκαιρίες στους νέους να αναπτύξουν επιχειρηματικότητα.

Η κοινωνική ειρήνη κι η σύγκλιση των εισοδημάτων δεν αφορά εκείνους που δεν έχουν. Αφορά κυρίως εκείνους που τα έχουν όλα, αλλά αδηφάγα θέλουν κι άλλα. Γιατί όσες φορές η αναδιανομή δεν έγινε από τους πολιτικούς, έγινε από τους (αγανακτισμένους) πολίτες.

Το μεγάλο μας στοίχημα σήμερα δεν είναι η σύγκλιση «του μέσου όρου» με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μεγάλο στοίχημα είναι η ελαχιστοποίηση των ανισοτήτων μέσα στην ίδια μας τη χώρα.

Όσοι δεν το καταλαβαίνουν αυτό μπορεί να μην είναι (ακόμα) οικονομικά φτωχοί, είναι όμως μακάριοι. Ως «πτωχοί τω πνεύματι».

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Σλαβομακεδονία


Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Ελλάδα απέκτησε έναν νέο εθνικό στόχο: «η Μακεδονία είναι ελληνική»! Δεν το αμφισβήτησε ποτέ κανείς αυτό, αλλά εμείς έπρεπε να το πούμε. Διά παν ενδεχόμενο! Γιατί;

Γιατί ξαφνικά ένα κράτος στα βόρεια σύνορά μας ήθελε να έχει στο όνομά του τον όρο «Μακεδονία». Κι αυτό δε θα το επέτρεπε ποτέ η Ελλάς που έχει τόσο πατριώτες πολιτικούς! Γιατί εδώ μας αρέσει η βολή, αλλά μας αρέσει κι η υπερβολή!

Τώρα που είμαστε πιο ψύχραιμοι, ας δούμε πώς ξεκίνησε το θέμα. Πώς ήταν οι δυο χώρες το 1990. Τότε που άρχισαν όλα:

Η Ελλάδα έβγαινε από κυβερνήσεις συνεργασίας. Και όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες όπου οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι άθροισμα ποσοστών και τίποτ’ άλλο, χρειαζόμασταν λαϊκισμό. Όποιος πλειοδοτούσε σε λαϊκισμό ήταν μέγας πατριώτης! Έκλειναν τα σχολεία και μας έβαζαν να φοράμε ελληνικές σημαίες για να διαδηλώσουμε στην Ομόνοια. Νιώθαμε απειλή, όταν ο Γκλιγκόροφ θεωρούσε εαυτόν διάδοχο του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Η FYROM προφανώς ήταν σε ακόμα χειρότερη μοίρα. Έβγαινε από έναν εμφύλιο πόλεμο! Και άρα χρειαζόταν έναν εθνικό στόχο για να συσπειρώσει τον λαό της. Για να αποκτήσει εθνική ταυτότητα και να μη γίνει χίλια κομμάτια, προς όφελος των γειτονικών χωρών. Είχε χάσει τον πατέρα-προστάτη Τίτο. Και χρειαζόταν ρίζες.

Είναι φυσικά προφανές πως λύση δεν υπάρχει, όταν ο ένας λέει πως δε δέχεται όνομα με τον όρο Μακεδονία και ο άλλος λέει πως δε δέχεται όνομα χωρίς τον όρο Μακεδονία.

Περάσαμε έτσι μια 15ετία με διαβήματα και κόντρα διαβήματα. Εμπάργκο και απειλές. Βέτο και ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα με τη γειτονική χώρα. Η λέξη «Μακεδονία» έγινε μια λέξη-ταμπού. Νιώθαμε φόβο και απειλή, επειδή μας «έκλεβαν» την εθνική μας κληρονομιά...

Δε θα κάνουμε προφανώς αποτίμηση της στάσης των εν Ελλάδι πρωταγωνιστών. Όλοι και όλες θυμόμαστε. Ποιος κάγχαζε ότι το όνομα αυτό θα το ξεχάσουμε σε 10 χρόνια. Ποιος το έπαιζε ανοιξιάτικος πολιτικός και ήταν της βαρυχειμωνιάς. Και τι ρόλο έπαιξε το συναίσθημα σε μια υπόθεση που χρειαζόταν καθαρό μυαλό, τόλμη και ψυχρή λογική.

Τώρα όμως που βλέπουμε ότι το θέμα βαίνει προς οριστική λύση αξίζει να δούμε ποιο όνομα βολεύει ίσως περισσότερο τη χώρα μας.

Οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ μεγάλωσαν ως Μακεδόνες στην ενωμένη Γιουγκοσλαβία. Το όνομα τους το έδωσε πριν πολλά χρόνια ο Τίτο. Ένας έξυπνος άνθρωπος δηλαδή που ήξερε ότι έπρεπε να δίνει όπιο στους λαούς για να τους έχει αδιαμαρτύρητα υπό την ηγεμονία του.

Ακόμα και στα ελληνικά βιβλία, η επαρχία της Γιουγκοσλαβίας που σήμερα αποτελεί τη FYROM ονομαζόταν Μακεδονία. Ποτέ κανείς στην Ελλάδα δεν αμφισβήτησε ότι ένα μικρό τμήμα της γεωγραφικής ενότητας που λέγεται Μακεδονία ανήκει στις μέρες μας σε άλλο κράτος.

Φόβος για ιστορική καπηλεία θα υπήρχε, μόνο αν ο Μανώλης Ανδρόνικος δεν είχε βρει τα ανάκτορα της Βεργίνας. Όμως η Βεργίνα βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος. Αυτό από μόνο του μας δίνει τη νομιμοποίηση να θεωρούμε ως «δική μας» πολιτιστική κληρονομιά τον πολιτισμό των αρχαίων Μακεδόνων.

(Αυτά για όσους μετράει κάτι τέτοιο. Γιατί για τη συντριπτική πλειοψηφία σήμερα οι αρχαίοι πολιτισμοί είναι παγκόσμια κληρονομιά. Γι’ αυτό π.χ. οι Γερμανοί έχουν μέτρον άριστο κι εμείς περηφανευόμαστε απλώς να κόβουμε εισιτήρια για τα μουσεία μας. Αλλά αυτό είναι μεγάλη κουβέντα που θέλει τον δικό της χώρο.)

Επιστρέφουμε στην ΠΓΔΜ. Εδώ και σχεδόν 15 χρόνια το επίσημο όνομα αυτής της χώρας (μας αρέσει να λέμε ότι) είναι Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Άρα παραδεχόμαστε κι εμείς ότι ήταν Γιουγκο-σλαβική επαρχία που λεγόταν Μακεδονία. Οπότε το επίσημο όνομα που πρέπει να αποκτήσει θα έχει μια συνέχεια με το παρελθόν της.

Το όνομα «Σλαβομακεδονία» είναι, φρονώ, το πλέον ταιριαστό. Αποδίδει με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια τη ρίζα των γειτόνων μας. Είναι εθνολογική περιγραφή και όχι ένας γεωγραφικός προσδιορισμός. Η Μακεδονία επίσης δεν είναι νέα και παλιά.

Το Σλαβομακεδονία έχει και επιθετικό προσδιορισμό για τους κατοίκους της χώρας: Σλαβομακεδόνες! Τι πιο ακριβές και σαφές για να περιγράψεις αυτόν τον λαό; Δεν είναι ούτε Βόρειοι Μακεδόνες, ούτε Νότιοι Γιουγκοσλάβοι, ούτε Ανατολικοαλβανοί. Και φυσικά δεν είναι Σκοπιανοί, όπως όλοι οι Έλληνες δεν είναι Αθηναίοι! (Το «Σκοπιανοί» μου κάνει εντύπωση που το εφηύραν στη Θεσσαλονίκη...)

Βέβαια, είναι γνωστό ότι το όνομα Σλαβομακεδονία μας προσφέρθηκε τον Δεκέμβριο του 1991 αλλά τότε το απορρίψαμε. Καλά να πάθουμε! Γιατί μη δεχόμενοι τότε τη σύνθετη ονομασία επικράτησε μια λιγότερο σύνθετη: το σκέτη Μακεδονία...

Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα; Όχι! Όποιος δεν ξέρει τι θέλει, δεν κερδίζει ποτέ τίποτα. Χάνει τα χρόνια του σε αντεγκλίσεις, αντί να συνεργάζεται. Και βλέπει πάντα γύρω του αδιέξοδα.

Και τώρα τι θα γίνουμε δίχως βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήταν μια κάποια λύσις...

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

EURO EURO όλοι


Η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου είναι έτοιμη να πετύχει κάτι μοναδικό στην ιστορία της: να προκριθεί για 2η συνεχόμενη φορά σε τελικά Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος! Έχει αυτό μόνο ποδοσφαιρικό ενδιαφέρον;

Το 2004 πετύχαμε κάτι που ούτε στα όνειρά μας δεν υπήρχε: κατακτήσαμε το Ευρωπαϊκό Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Κάτι δηλαδή που ούτε η Αγγλία δεν έχει πετύχει ακόμα!

Το ερώτημα που τέθηκε φυσικά μετά τα πανηγύρια δεν ήταν αν γίναμε υπερδύναμη. Γιατί το 2004 κάναμε τη μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών: κατέκτησε το Euro μια εθνική ομάδα που ούτε νίκη δεν είχε πετύχει στη μοναδική έως τότε πρόκρισή της σε τελικά.

Το ερώτημα ήταν κατά πόσον η Ελλάδα θα καταφέρει να γίνει μια ομάδα αξιοσέβαστη. Μια ομάδα που θα μπορέσει να καθιερωθεί στις κορυφαίες εθνικές ομάδες ποδοσφαίρου στην Ευρώπη. Να έχουμε συνέχεια ώστε να μη μείνει φωτοβολίδα εκείνη η τεράστια επιτυχία.

Μια έννοια λοιπόν που πάντοτε με γοητεύει στα μαθηματικά και στη ζωή είναι η συνέχεια! Το να μπορέσουμε να επαναλάβουμε ό,τι καλό πετυχαίνουμε. Να μην αντιδρούμε στη ζωή μας σπασμωδικά. Να έχουν οι δράσεις μας διαχρονική συνάφεια με τις ικανότητες, τον χαρακτήρα και τα πιστεύω μας.

Το 2007 δείχνουμε, έστω και στο ποδόσφαιρο, ότι μπορούμε. Γιατί αυτή η ομάδα ενσαρκώνει την επιτομή του ομαδικού πνεύματος. Είναι κλασικό παράδειγμα όπου ένα σύνολο ατόμων αποδίδει πάνω από τον μέσο όρο των μονάδων που το αποτελούν. Είναι ο ορισμός του ορθολογισμού. Ο ορισμός της επιμονής του καθοδηγητή της.

Ο Όττο Ρεχάγκελ είναι ένας ικανός άνθρωπος στον οποίον υπάρχει εμπιστοσύνη. Κι αυτός ο συνδυασμός ικανότητας κι εμπιστοσύνης σκοτώνει (τους άλλους)! Του ζητούσαμε επίμονα να κάνει σε μια νύχτα ανανέωση μετά το 2004. Γιατί στην Ελλάδα εκτός από τη βολή, μας αρέσει κι η υπερβολή. Είμαστε ή του ύψους ή του βάθους. Στη χαρά ξεδίδουμε, στη λύπη μαυρίζει η ψυχή μας...

Αυτός όμως ήξερε ότι χρειάζεται λελογισμένη αλλαγή προσώπων και συνέχεια. Χρειάζονται οι έμπειροι παλιοί για να μεταδώσουν το πνεύμα στους νέους. Κάθε απόπειρα σπασμωδικής ασυνέχειας ίσως έχει μια βραχυπρόθεσμη επιτυχία, αλλά οδηγεί σε τελική αποτυχία.

Η Εθνική ποδοσφαίρου, πέρα από τη στιγμιαία χαρά μιας πρόκρισης που σε πολλούς δε λέει τίποτα, στέλνει κατ’ εμέ ένα πιο σημαντικό μήνυμα: οι ομάδες στη ζωή είναι πάνω από τα πρόσωπα. Οι καλές ομάδες έχουν υψηλότερη απόδοση από τις μονάδες που τις απαρτίζουν. Οι καλές ομάδες όμως χτίζονται αργά, γιατί χρειάζονται συνοχή κι ενιαίο πνεύμα.

Σε μια εποχή ατομικής προβολής αυτό το βρίσκω ιδιαίτερα σημαντικό. Ίσως μας ωθήσει στο να προσπαθούμε να χτίζουμε στη ζωή καλύτερες ομάδες γύρω μας, αντί να χτίζουμε καλύτερο προφίλ του εαυτού μας.

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2007

Συλλέκτης μπομπονιέρων

Τα τελευταία 2 χρόνια έχω πάει σε δεκάδες γάμους φίλων. (Σφίγγει ο κλοιός!) Έχω γνωρίσει τα περισσότερα "κτήματα" (η μόδα της εποχής) και έχω δει πολλές πρωτότυπες ιδέες αυτής της μεγάλης "βιομηχανίας".

Ο τζίρος που πραγματοποιούν οι εταιρίες διοργάνωσης τέτοιων εκδηλώσεων στην Αθήνα είναι τεράστιος. Τα ποσά που ακούς είναι για να κλαις και να γελάς μαζί... Εκτός Αθήνας βέβαια τα πράγματα είναι πιο προσιτά και πιο ανθρώπινα. Λιγότερο beverly hills και περισσότερη ζεστασιά!

Όμως το θέμα μας δεν είναι αυτό. Το θέμα μας είναι τι φέρνει τους ανθρώπους κοντά και τι τους απομακρύνει.

Δεν έχω βρει πειστική απάντηση ούτε στο ένα, ούτε στο άλλο. Δεν θέλω να πιστέψω π.χ. ότι τα ζευγάρια παντρεύονται λόγω ηλικίας ("ήρθε το πλήρωμα του χρόνου"). Ούτε ότι χωρίζουν από βαρεμάρα.

Σίγουρα δεν μπορείς να ψάχνεις ες αεί "το έτερον ήμισυ". Γιατί τα χρόνια περνάνε. Ούτε μπορείς να μένεις με κάποιον που δεν αγαπάς "για να μην πληγωθούν τα παιδιά".

Η συνύπαρξη είναι μεγάλη απόφαση. Παντρεύεσαι ή συζείς με κάποιον για να έχεις δίπλα σου (στα εύκολα και στα δύσκολα) έναν άνθρωπο να κάνεις παρέα. Παντρεύεσαι για να κάνεις οικογένεια. Άρα θέλεις το ταίρι σου να είναι ευχάριστος σύντροφος και καλός γονιός.

Κι ο χωρισμός όμως μεγάλη απόφαση είναι! Ίσως συμβαίνει επειδή διαψεύστηκαν οι προσδοκίες του γάμου. Ίσως πάλι να μη θέλεις άλλο (και από 'δώ και στο εξής) να έχεις δίπλα σου αυτόν που κάποτε (σε άλλη φάση της ζωής σου) ήθελες.

Ωχ! Μπαίνει κι η παράμετρος της χρονικής συγκυρίας; Δύσκολα τα πράγματα! Πολυκριτηριακό το πρόβλημα... Μπορεί να έγινα συλλέκτης μπομπονιέρων, απάντηση όμως δεν έχω!

Πού καταλήγουμε λοιπόν από αυτήν την (σύντομη) αυτο-ψυχανάλυση; Ότι τα περισσότερα πράγματα στη ζωή τα κάνεις επειδή έτσι νιώθεις. Διαισθητικά τα ζυγίζεις μέσα σου και θεωρείς ότι είναι "καλό" για σένα. Απαντήσεις σε πολύπλοκες ερωτήσεις είναι μάλλον για να έχουν δουλειά οι ψυχολόγοι και τα μεσημεράδικα!

Εσείς τι λέτε;

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2007

Keep Walking!


Σεπτέμβριος 1997: μόλις ξεκινούσε το τρίτο έτος των σπουδών μου στο Πολυτεχνείο. Μόλις ξεκινούσε και η πορεία του Ολυμπιακού στο Champions League.

Από τότε πέρασαν 10 ολόκληρα χρόνια. 31 εκτός έδρας παιχνίδια. ΚΑΜΙΑ ΝΙΚΗ...

Έως χθες!

Δεν έχω να προσθέσω διθυράμβους για το κατόρθωμα. Θέλω μόνο να πω ότι χαίρομαι ιδιαίτερα που συμμετείχαν σε αυτήν την ιστορική νίκη ο Τζόρτζεβιτς, ο Πατσατζόγλου, ο Λεμονής, ο Νικοπολίδης, ο Στολτίδης.

Γιατί με τους ανθρώπους αυτούς έχουμε ζήσει μεγάλες στιγμές και τους άξιζε να δώσουν αυτήν τη χαρά στον κόσμο του Ολυμπιακού.

Και γιατί δείχνει ότι σε όλα τα πράγματα πρέπει να έχουμε πείσμα, να μην το βάζουμε κάτω. Ακόμα κι όταν γινόμαστε περίγελος που δεν μπορούμε να πετύχουμε έναν στόχο. Να προσθέτουμε ποιότητα σε μια ομάδα δράσης και το αποτέλεσμα θα έρθει!

Η χθεσινή βραδιά θα μπορούσε άνετα να είναι διαφημιστικό trailer γνωστού ποτού που μας προτρέπει: Keep Walking!

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2007

Οδική ασφάλεια

Ένα από τα πλέον ευαίσθητα κοινωνικά θέματα σήμερα θεωρώ ότι είναι ο ακήρυχτος πόλεμος στους δρόμους. Η οδική μας ασφάλεια που ποτέ δεν αντιμετωπίζεται υπεύθυνα.

Είν' αλήθεια ότι λόγω οδικών ατυχημάτων στην Ελλάδα του 2007 χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο πεθαίνουν, μένουν ανάπηροι, δυστυχούν… Και μαζί τους οι συγγενείς κι οι φίλοι τους. Εκείνοι που ονειρεύονταν πώς θα ζήσουν μαζί τους μεγάλες στιγμές και τώρα κλαίνε αγκαλιά με μια φωτογραφία...

Τα ατυχήματα στους δρόμους είναι καθαρά θέμα νοοτροπίας! Και πώς να γίνει αλλιώς, όταν ένας ολόκληρος λαός ηδονίζεται με το «vivere pericolosamente».

Όταν όλοι και όλες θεωρούμε ότι είμαστε καλύτεροι από τους άλλους! Είμαστε «καλύτεροι» εραστές, οικογενειάρχες, μαθητές, φοιτητές, οδηγοί…

Άρα, όλα τα μηνύματα που χρησιμοποιούνται για την οδική ασφάλεια θεωρούμε ότι απευθύνονται στους άλλους. Γιατί εμείς δε χρειαζόμαστε παραινέσεις για να «φοράμε τη ζώνη», να «μην τρέχουμε», να «μην πίνουμε και οδηγούμε».

Εμείς είμαστε πάντα σίγουροι ότι όσο κι αν πιούμε, όσο κι αν τρέχουμε, όσες προσπεράσεις κι αν κάνουμε σε στροφές χωρίς ορατότητα είμαστε τόσο καλοί που αποκλείεται να προκαλέσουμε ατύχημα. Έχουμε δει τόσο πολύ Formula 1, που το ελέγχουμε το όχημα όπως ο Χάμιλτον (ή μήπως ο Σένα;). Άρα όσο περισσότερα σφηνάκια πιούμε, τόσο πιο πολλές «σφήνες» δικαιούμαστε να κάνουμε…

Γι’ αυτό και βρίζουμε τους άλλους, κορνάρουμε στους άλλους, μουτζώνουμε τους άλλους. Γιατί το ρήμα «φταίω» δεν κλίνεται ποτέ σε πρώτο ενικό…

Γι’ αυτό και τα μηνύματα «οδικής συμπεριφοράς» είναι παντελώς αδιάφορα στον κόσμο. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι η «οδική μας ασφάλεια» ή ανασφάλεια. Το πρόβλημα είναι τα μυαλά μας! Και για να αλλάξουμε νοοτροπία δυο πράγματα απαιτούνται: αστυνόμευση και σοκ!

Όσο περισσότερο αισθανόμαστε την απειλή του ραντάρ ή του τροχονόμου, τόσο πιο πολύ προσέχουμε. Έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι ο φόβος της αστυνόμευσης και ειδικά η πληρωμή προστίμου, αλλάζει την οδική συμπεριφορά. Ωστόσο, εδώ υπάρχει πολλές φορές η «πλάγια οδός» για να τη γλιτώσουμε… Γι’ αυτό ίσως χρειαζόμαστε επιπλέον και ένα σοκ!

Να μπουν στους δρόμους κατεστραμμένα οχήματα… Να βγουν trailers με παιδάκια που παίζουν και ξαφνικά τα σκοτώνει μια νταλίκα… Να δούμε σποτάκια με κομμένα χέρια και ανθρώπους που αιμορραγούν στον δρόμο… Να δούμε στις ειδήσεις κηδειόσημα, μανάδες να κλαίνε τα βλαστάρια τους… Να αντιληφθούμε τα απομεινάρια αυτού του «πολέμου»…

Ναι, η λύση φαίνεται δυστυχώς πολύ-πολύ σκληρή! Ακούγεται απάνθρωπο και αντιαισθητικό, σχεδόν εμετικό. Πολλοί θα αντιδράσουν. Δε χρειάζεται όμως να γίνει για πάντα. Ας γίνει στιγμιαία, μια φορά, για μια βδομάδα μόνο.

Σκεφτείτε πόσο προσεκτικά οδηγάμε όλοι, για τα πρώτα 30 χιλιόμετρα μετά από ένα ατύχημα που είδαμε στον δρόμο. Και ας αναλογιστούμε επιτέλους ότι δεν μπορούμε να κρύβουμε άλλο τη στάχτη κάτω από το χαλάκι. Το χάλι μας είναι πια πολύ μεγάλο για να χωρέσει κάτω από το χαλάκι…

Ό,τι και να γίνει, οι πιθανότητες ενός οδικού ατυχήματος δε θα μηδενιστούν. Πάντα θα κινδυνεύουμε. Όσο κινδυνεύουμε σε κάθε δραστηριότητα της ζωής μας. Εκείνο όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να αισθανθούμε, χωρίς να βιώσουμε, τον πόνο που προκαλεί ένα ατύχημα.

Κι έτσι την επόμενη φορά που θα θελήσουμε να βρίσουμε, να μουτζώσουμε ή να κορνάρουμε σε κάποιον άλλον οδηγό, θα κοιτάξουμε πρώτα στον καθρέφτη επάνω δεξιά…

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2007

Εκκίνηση!

Ξεκινάω κι εγώ το δικό μου ιστολόγιο με πολλή όρεξη και μεράκι. Για να επικοινωνώ με ανθρώπους με έναν ακόμη τρόπο. Γιατί βλέπω κι εγώ το Internet ως ένα μέσο που μας φέρνει πιο κοντά.

Η προσωπική επαφή δεν έχει βέβαια υποκατάστατα: Το πληκτρολόγιο δε γεννάει συναισθήματα, όπως ένα άγγιγμα. Η οθόνη δεν μπορεί να φανερώσει σκέψεις και χαρακτήρα, όσο τα μάτια. Το κείμενο ενός blogger δεν έχει τη χροιά της φωνής. Και το σημαίνον των λέξεων χάνει πολλές φορές νόημα χωρίς τη γλώσσα του σώματος.

Ωστόσο το Internet δεν παύει να (μας) γοητεύει. Γιατί είναι δίκτυο! Γεφυρώνει αποστάσεις. Σε βοηθάει να γνωρίσεις ανθρώπους που ποτέ ίσως δε θα γνώριζες. Και σου κρατάει σε εγρήγορση την κριτική σκέψη. Σε αναγκάζει να απαντάς με επιχειρήματα σε σχόλια, πικρόχολα ή καλοπροαίρετα.

Ελπίζω κάθε φορά που θα μπαίνω σε αυτήν τη σελίδα να το κάνω με πολλή ανυπομονησία.

Καλώς σας βρήκα!

Υ.Γ.: Διευκρινιστικά, ΙΚΟΡ σημαίνει Ιωάννης Κοτζαμπασάκης Όρος Ρεθύμνου. Όρος λέγεται το χωριό μου στην Κρήτη.